Το δεκαδικό σύστημα αρίθμησης, γνωστό και ως σύστημα αρίθμησης βάσης-10, είναι το τυπικό σύστημα αριθμητικής αναπαράστασης που χρησιμοποιείται από τους ανθρώπους στην καθημερινή ζωή.
Αποτελείται από 10 ψηφία: 0, 1, 2, 3, 4, 5, 6, 7, 8 και 9.
Η θέση κάθε ψηφίου σε έναν αριθμό αντιπροσωπεύει δύναμη 10.
Για παράδειγμα, στον αριθμό 357, το ψηφίο 7 αντιπροσωπεύει 7 μονάδες, το ψηφίο 5 αντιπροσωπεύει 5 δεκάδες και το ψηφίο 3 αντιπροσωπεύει 3 εκατοντάδες.
Στην επιστήμη των υπολογιστών, οι δεκαδικοί αριθμοί συχνά μετατρέπονται σε δυαδικές (βάση-2) ή δεκαεξαδικές (βάση-16) αναπαραστάσεις για υπολογιστικούς σκοπούς.
Οι υπολογιστές χρησιμοποιούν κυρίως το δυαδικό σύστημα αρίθμησης επειδή οι ψηφιακές ηλεκτρονικές συσκευές έχουν σχεδιαστεί για να λειτουργούν με δυαδικά σήματα (0 και 1).
Ωστόσο, οι δεκαδικοί αριθμοί μπορούν ακόμα να υποβληθούν σε επεξεργασία από υπολογιστές μέσω διαφόρων αλγορίθμων και αναπαραστάσεων.
Η μετατροπή δεκαδικών αριθμών σε δυαδικούς ή δεκαεξαδικούς είναι ζωτικής σημασίας στον προγραμματισμό ηλεκτρονικών υπολογιστών και στην ψηφιακή ηλεκτρονική.
Για παράδειγμα, κατά τον προγραμματισμό, οι δεκαδικοί αριθμοί συχνά μετατρέπονται σε δυαδικούς αριθμούς για αριθμητικές πράξεις ή αποθήκευση μνήμης.
Ομοίως, οι δεκαεξαδικοί αριθμοί χρησιμοποιούνται για ευκολία στην αναπαράσταση δυαδικών δεδομένων σε πιο συμπαγή και αναγνώσιμη από τον άνθρωπο μορφή.
Η κατανόηση του δεκαδικού συστήματος αρίθμησης είναι θεμελιώδης στην επιστήμη των υπολογιστών, καθώς αποτελεί τη βάση για την κατανόηση άλλων συστημάτων αρίθμησης και των μετατροπών τους.